Παναγιώτης Γιαννακόπουλος

Υποπλασία / Απλασία Αντίχειρα

Υποπλασία / Απλασία Αντίχειρα

ΥΠΟΠΛΑΣΙΑ / ΑΠΛΑΣΙΑ ΑΝΤΙΧΕΙΡΑ

(CONGENITAL THUMB ANOMALIES)

Ο αντίχειρας είναι το πλέον σημαντικό δάκτυλο στο χέρι, καθώς είναι απαραίτητος για τη λειτουργία της σύλληψης και της διαφοροποίησης του ανθρώπινου είδους από τα άλλα θηλαστικά. Ουσιαστικά, ο αντίχειρας είναι μη σημαντικός μόνο στο 1ο τρίμηνο της κύησης. Στο χρονικό αυτό διάστημα αρχίζει να σχηματίζεται, για να ολοκληρωθεί η ανάπτυξή του με τη γέννηση, οπότε και καθίσταται φανερή η χρησιμότητά του στην εξέλιξη του χεριού σε συλληπτικό όργανο. Οι διαταραχές ανάπτυξης του αντίχειρα είναι συγγενείς ανωμαλία και μπορεί να αφορά τη θέση του, τη σταθερότητα, τη δύναμη, το μήκος, τη κίνηση, την αισθητικότητα, καθώς και την εμφάνισή του.

Η ταξινόμηση των διαταραχών ανάπτυξης του αντίχειρα, κατά τον Blauth, είναι:

  • Τύπος  Ι: Υπάρχει υποπλασία του βραχέος απαγωγού μυός και του αντιθετικού. Τα υπόλοιπα ανατομικά μόρια, όπως οστά, τένοντες, νεύρα κλπ, είναι φυσιολογικά και η λειτουργία του δακτύλου είναι σχεδόν φυσιολογικά.
  • Τύπος  ΙΙ: Υπάρχει σαφής στένωση της 1ης μεσοδακτυλικής πτυχής και χαλάρωση του ωλένιου πλάγιου συνδέσμου του αντίχειρα. Οι φάλαγγες και το μετακάρπιο έχουν περιορισμό στο μήκος, όπως και τα οστάρια του καρπού, μείζον πολύγωνο και σκαφοειδές, ακόμα και η κερκίδα. Υπάρχει, επίσης, διαταραχή της ανάπτυξης και των μυών του θέναρος.
  • Τύπος  ΙΙΙ: Χαρακτηρίζεται από μερική απλασία του 1ου μετακαρπίου, με αποτέλεσμα να είναι ο αντίχειρας υποπλαστικός και ασταθής. Ο τύπος  ΙΙΙ, χαρακτηρίζεται από τρείς υποδιαιρέσεις που αφορούν το μέγεθος του 1ου μετακαρπίου που απουσιάζει.
  • Τύπος  ΙV: Ο αντίχειρας είναι ιδιαίτερα μικρός και ουσιαστικά αιωρούμενος (floating thumb). Ευρίσκεται περιφερικότερα και ραχιαία από τη φυσιολογική του θέση. Είναι δυνατόν, να συνυπάρχουν ανωμαλίες νεύρων, ή/και αγγείων και στο δείκτη.
  • Τύπος  V: Πλήρης απλασία του αντίχειρα. Είναι δυνατόν να συνυπάρχει διαταραχή της ανάπτυξης της κερκίδας, όπως και αρκετών μυών του Άνω Άκρου.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Η αποκατάσταση των δυσπλασιών του αντίχειρα είναι δυνατόν να γίνει, εκτός του τύπου Ι, μόνο χειρουργικά. Ο χρόνος έναρξης της θεραπείας ακολουθεί τις γενικές αρχές της αντιμετώπισης των συγγενών ανωμαλιών. Θεωρείται σκόπιμο να επιχειρείται μετά τους 6 μήνες ζωής, για την ολοκλήρωση της ανοσοποιητικής επάρκειας του νεογνού και όχι αργότερα από το ένα έτος, για το καλύτερο δυνατόν αποτέλεσμα.

Το είδος της θεραπείας που θα ακολουθηθεί εξαρτάται από το τύπο της υποπλασίας.

Ο τύπος Ι, είναι λειτουργικός και δεν χρειάζεται θεραπεία.

Ο τύπος ΙΙ, απαιτεί διεύρυνση της 1ης μεσοδακτυλικής πτυχής, τη σταθεροποίηση της μετακαρπο–φαλαγγικής άρθρωσης και την αποκατάσταση, κατά το δυνατόν, της λειτουργίας των μυών του θέναρος και κυρίως της αντίθεσης. Η πλέον χαρακτηριστική επέμβαση είναι η χρησιμοποίηση του απαγωγού του μικρού δακτύλου για την αντίθεση του αντίχειρα, επέμβαση που είναι γνωστή ως «opponensplasty».

Ο τύπος ΙΙΙ, παρουσιάζει μεγαλύτερες δυσκολίες στην αντιμετώπισή του. Ο στόχος είναι να αποκατασταθεί το μήκος και να υπάρξει, κατά το δυνατόν, μια ικανοποιητική λειτουργία και εμφάνιση. Αυτό είναι δυνατόν να επιτευχθεί με δύο τρόπους. Ο πρώτος αφορά τη τοποθέτηση οστικού μοσχεύματος και χρησιμοποίηση παραδοσιακού δερματικού κρημνού. Είναι ασφαλής και σχετικά εύκολη μέθοδος, που όμως έχει το μειονέκτημα της υπολειπόμενης ανάπτυξης, σε σχέση με το υγιές χέρι. Η δεύτερη μέθοδος αφορά τη μεταφορά, με μικροχειρουργική τεχνική, αγγειούμενης άρθρωσης με τμήμα δέρματος από το πόδι στο χέρι. Έχει καλύτερη λειτουργία και εμφάνιση, όμως η ιδιαίτερα μικρή διάμετρος των αγγείων που πρέπει να αναστομωθούν, αυξάνει σημαντικά τον βαθμό δυσκολίας  και τη πιθανότητα αποτυχίας και πρέπει να επιχειρείται από ανάλογης εμπειρίας χειρουργούς. Σε βαριές μορφές τύπου ΙΙΙ υποπλασίας του αντίχειρα, δόκιμη μέθοδος είναι και η αντιχειροποίηση του δείκτη, η μεταφορά, δηλαδή, του δείκτη στη θέση του αντίχειρα και η προσαρμογή του στη νέα θέση και λειτουργία.

Στη τύπου V απλασία του αντίχειρα, που απουσιάζει τελείως, οι υπάρχουσες λύσεις είναι η μεταφορά δακτύλου από το πόδι στο χέρι και η αντιχειροποίηση του δείκτη. Η μεταφορά του δακτύλου, εκτός από  τις ιδιαίτερες τεχνικές δυσκολίες που παρουσιάζει, έχει το μειονέκτημα της διαφορετικής εμφάνισης και της δυσκολίας αποκατάστασης της σύνθετης λειτουργίας του αντίχειρα, λόγω της έλλειψης των κινητήριων μονάδων.

Η αντιχειροποίηση του δείκτη είναι, ίσως, η ιδανικότερη λύση στις περιπτώσεις αυτές, σύμφωνα με τη γνώμη των περισσότερων Χειρουργών του Χεριού. Εφαρμόζεται, μάλιστα, σε πολλές μορφές δυσπλασίας του αντίχειρα, όπως είναι η τύπου ΙΙΙ και IV υποπλασία του, και σε ειδικές άλλες  συγγενείς διαμαρτίες αυτού. Ο ιδανικός χρόνος για την επέμβαση είναι μεταξύ των 2 και 3 ετών ζωής του παιδιού, αν και μερικοί Χειρουργοί υποστηρίζουν ότι πρέπει να γίνεται σε μικρότερη ηλικία, ακόμα και μεταξύ 6 και 9 μηνών. Το πλεονέκτημα της μεθόδου είναι ότι είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν οι μύες του δείκτη και με κατάλληλη αναδρομολόγηση, να εξασφαλίσουν την αντιθετική λειτουργία του αντίχειρα και τη συλληπτική ικανότητα του χεριού. Ταυτόχρονα αναπτύσσεται κανονικά, σε σχέση, με το υπόλοιπο χέρι. Η έντονη προσαρμοστικότητα που έχουν τα παιδιά έχει σαν αποτέλεσμα τη σχεδόν πλήρη προσαρμογή του δείκτη στη νέα του θέση και το τελικό αποτέλεσμα είναι, αισθητικά και λειτουργικά, εφάμιλλο του φυσιολογικού χεριού!

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ν ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

 

Share on facebook
Facebook
Share on google
Google+
Share on twitter
Twitter
Share on linkedin
LinkedIn
Share on pinterest
Pinterest