Παναγιώτης Γιαννακόπουλος

Ρήξη Δικεφάλου

Ρήξη Δικεφάλου

ΡΗΞΗ ΤΕΝΟΝΤΑ ΔΙΚΕΦΑΛΟΥ

(BICEPS RUPTURE)

Ο δικέφαλος μύς ευρίσκεται στην πρόσθια επιφάνεια του βραχίονα. Είναι, μαζί με τον πρόσθιο βραχιόνιο οι κύριοι μύες που κάμπτουν τον αγκώνα. Άλλοι μύες που συμμετέχουν στη κάμψη του αγκώνα είναι ο βραχιονοκερκιδικός, ο μακρός κερκιδικός εκτείνων τον καρπό και ο στρογγύλος πρηνιστής, σε επικουρικό όμως ρόλο. Εκτός από την κάμψη του αγκώνα, ο δικέφαλος συμμετέχει και στον υπτιασμού του αντιβραχίου. Ο δικέφαλος, όπως δείχνει και το όνομά του, έχει δύο κεφαλές, οι οποίες έχουν διαφορετική έκφυση στην περιοχή του ώμου και κοινή κατάφυση στην περιοχή του αγκώνα. Αν και εργάτης της κάμψης του αγκώνα θεωρείται ότι είναι ο πρόσθιος βραχιόνιος, η σημασία της λειτουργίας του δικεφάλου είναι πολύ σημαντική.

Η ρήξη του δικεφάλου στην περιοχή του αγκώνα δεν είναι σπάνιος τραυματισμός. Ο συνήθης μηχανισμός κάκωσης είναι άρση βάρους μεγαλύτερου από 40 κιλά, με τον αγκώνα σε κάμψη 90 μοιρών. Εμφανίζεται συχνότερα σε άτομα που λαμβάνουν αναβολικά και γενικά σε αθλητές άρσης βαρών και είναι αποτέλεσμα χρόνιου ερεθισμού και εκφύλισης. Η συστηματική λήψη αναβολικών αυξάνει σημαντικά τη πιθανότητα ρήξης, καθώς ο καταφυτικός τένοντας του δικεφάλου αδυνατεί να ανταποκριθεί στη υπερβολική αύξηση του μυός.

Η ρήξη του δικεφάλου είναι δυνατόν να είναι:

  • Στο μυοτενοντώδες τμήμα, δηλαδή στη περιοχή σύνδεσης του τένοντα με τον μυ
  • Ενδοτενόντια μερική ρήξη
  • Απόσπαση από την κερκίδα
  • Ρήξη της μακράς κεφαλής στη περιοχή του ώμου

Η πλέον συνήθης κάκωση είναι η απόσπαση από την κερκίδα και μάλιστα η πλήρης. Οι μερικές αποσπαστικές ρήξεις είναι σπάνιες, όπως και οι βλάβες στο μυοτενοντώδες τμήμα και στη μάζα του τένοντα. Προδιαθεσικοί παράγοντες θεωρούνται ο υπερ-παραθυροειδισμός και διάφορα συστηματικά νοσήματα, όπως είναι ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος.

 

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΔΙΑΓΝΩΣΗ

Το κύριο σύμπτωμα τη στιγμή της ρήξης του δικεφάλου είναι ο οξύς πόνος με, συχνά, συνοδό χαρακτηριστικό ήχο. Η κάμψη του αγκώνα είναι εφικτή, αλλά υπάρχει σαφής δυσκολία και αδυναμία. Υπάρχει όμως σημαντική ευαισθησία στη πρόσθια επιφάνεια του αγκώνα, που επεκτείνεται στη πρόσθια επιφάνεια του βραχίονα. Ο πόνος σε ορισμένες ώρες αρχίζει να υποχωρεί και επανεμφανίζεται μερικές μέρες αργότερα.Εκχύμωση είναι ορατή στη πρόσθια επιφάνεια του αγκώνα και συνυπάρχει διαφόρου βαθμού οίδημα. Στη κάμψη του αγκώνα είναι χαρακτηριστική η δυνατότητα ψηλάφησης του κενού στο σημείο που υπήρχε ο τένοντας. Αυτό γίνεται ευκολότερα συγκρίνοντας τους δύο αγκώνες.

Στις περιπτώσεις εκείνες που η ρήξη του δικεφάλου δεν αποκατασταθεί, παραμένει ο πόνος στο κάτω τριτημόριο του βραχίονα, ειδικά στις αυξημένων αναγκών δραστηριότητες. Η δύναμη κάμψης του αγκώνα μειώνεται σε βαθμό που φτάνει και το 20%-40%, παρ όλο που βελτιώνεται με την υπερτροφία του πρόσθιου βραχιονίου μυός. Η δύναμη υπτιασμού μειώνεται, επίσης, μέχρι ποσοστού και 40%. Επίσης, η συνολική δύναμη του Χεριού και του Άνω άκρου σαφώς υπολείπεται.

Χαρακτηριστική παραμένει η παραμόρφωση του βραχίονα με τη συρρίκνωση του δικεφάλου που παίρνει την μορφή του ήρωα των κόμικς Ποπάυ, ενώ παραμένει και ψηλαφητή επώδυνη μάζα στο σημείο του περιφερικού άκρου του τένοντα.

Η διάγνωση τίθεται με το ιστορικό και την κλινική εικόνα. Η επιβεβαίωση γίνεται με την μαγνητική τομογραφία, αν και τις περισσότερες φορές δεν κρίνεται αναγκαία.

 

ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Η θεραπεία της ρήξεως του δικεφάλου, σύμφωνα με τις νεώτερες επιστημονικές απόψεις, πρέπει να είναι χειρουργική. Παλαιότερες θεωρίες περί συντηρητικής θεραπείας τείνουν να εγκαταλειφθούν, εκτός των ρήξεων του μυοτενοντώδους τμήματος, των ενδοτενόντιων μερικών ρήξεων και των ρήξεων σε ηλικιωμένα χαμηλών απαιτήσεων άτομα.

Η επέμβαση είναι σχετικά εύκολη, είναι δυνατόν να γίνει με περιοχική αναισθησία και δεν απαιτεί παραμονή στο νοσοκομείο (day clinic). Ο στόχος της θεραπείας είναι η καθήλωση του τένοντα στην θέση από όπου αποσπάστηκε στο κερκιδικό όγκωμα, δηλαδή στην ανατομική του αποκατάσταση. Η εξέλιξη της Χειρουργικής με τη χρήση μεγέθυνσης κατά την χειρουργική πράξη, έχει μηδενίσει το ποσοστό τραυματικής βλάβης υγιών ιστών, που ήταν ο φόβος των παλαιότερων χειρουργών. Η ανακάλυψη  ειδικών εξελιγμένων υλικών, όπως είναι οι ενδοοστικές άγκυρες καθήλωσης (Bone anchors), καθιστά την χειρουργική αυτή σαφώς πιο απλή και αποτελεσματική, μειώνοντας το ποσοστό των επιπλοκών. Έτσι, η έγκαιρη θεραπεία της ρήξης του δικεφάλου, έως 2–3 εβδομάδες από τον τραυματισμό, εξασφαλίζει ένα άριστο κλινικό αποτέλεσμα και ο ασθενής επανέρχεται στις προ του τραυματισμού δραστηριότητες του.

Σε παραμελημένες περιπτώσεις η αποκατάσταση είναι πλέον περίπλοκη με τη χρήση τενόντιων ή άλλων μοσχευμάτων. Πρέπει όμως να γίνεται, καθώς σχεδόν πάντα το αποτέλεσμα είναι καλύτερο από εκείνο που δεν επισκευάστηκε η ρήξη.

Μετεγχειρητικά, ακολουθείται πρόγραμμα ακινητοποιήσεως του αγκώνα για χρονικό διάστημα έξι εβδομάδων και στη συνέχεια εφαρμόζεται σταδιακή κινητοποίηση. Η ελεύθερη δραστηριότητα επιτρέπεται σε 3 μήνες, ενώ η επάνοδος στις αθλητικές δραστηριότητες στους 5-6 μήνες. Το τελικό αποτέλεσμα είναι συνήθως άριστο και ο ασθενής επανέρχεται πλήρως στις επαγγελματικές και αθλητικές του δραστηριότητες.

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ν ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

 

Share on facebook
Facebook
Share on google
Google+
Share on twitter
Twitter
Share on linkedin
LinkedIn
Share on pinterest
Pinterest